Ακολουθεί πρόταση για καλοκαιρινή γιορτή της αγαπημένης Ιωάννας Κυρίτση-Τζιώτη από το βιβλίο της
"Το ομορφότερο πράγμα του κόσμου".
Τις υπόλοιπες 25 αναρτήσεις του ιστολογίου με θεατρικά για την καλοκαιρινή γιορτή θα τις βρείτε ΕΔΩ.
Ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ στη συγγραφέα
για την αποστολή του θεατρικού.
ΔΡΑΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ βασισμένη στο βιβλίο:
«Το ομορφότερο πράγμα του κόσμου»
της Ιωάννας Κυρίτση-Τζιώτη,
εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα
(Το λουλούδι της φασολιάς ή Το φτέρνισμα του βασιλιά)
Ένας βασιλιάς έχει μια περίεργη αρρώστια. Φτερνίζεται
ακατάπαυστα. Η διάγνωση των γιατρών λέει πως πάσχει από μια αλλεργία σε κάθε τι
που βγαίνει από το χώμα. Φυτό, λουλούδι, σπόρο κ.λ.π. Για να απαλλαγεί από το
ενοχλητικό φτέρνισμα, διατάζει να ξεριζώσουν κάθε τι πράσινο στη χώρα του,
επιβάλλοντας βαριές τιμωρίες σε όποιους παρακούσουν τις διαταγές του.
Πραγματικά η υγεία του βελτιώνεται, αλλά ο λαός του υποφέρει αναγκασμένος να ζει
φτωχός και στερημένος από τα προϊόντα, αλλά και από την ομορφιά και γαλήνη που
χαρίζει η ομορφιά των δέντρων και των λουλουδιών.
Εν τω μεταξύ το κοριτσάκι που γεννά η
βασίλισσα μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον τσιμεντένιο και γυμνό από πράσινο,
χρώματα και αρώματα. Ώσπου μια μέρα η βασιλοπούλα, στον κόρφο ενός κοιμισμένου
παραγιού, βοηθού στην κουζίνα, ανακαλύπτει ένα κλαδάκι ανθισμένης φασολιάς.
Ξελογιασμένη από την ομορφιά του και θεωρώντας πως είναι το πιο όμορφο πράγμα
που έχει ως τα τώρα δει ζητά από τους γονείς της να της το φέρουν. Ο παραγιός
όμως φοβούμενος την τιμωρία του βασιλιά
κάνει τον ανήξερο και δε φανερώνει πως αυτός έχει εκείνο που λαχταρά η
βασιλοπούλα.
Όταν πια η βασιλοπούλα αρρωσταίνει από την λαχτάρα της να ξαναδεί
το λουλούδι και κινδυνεύει να πεθάνει, ο παραγιός εμφανίζεται με αυτοθυσία για
να της σώσει τη ζωή. Φανερώνει το μυστικό του για το πώς μεγάλωσε το φυτό. Ο
βασιλιάς αναγκάζεται να συμβιβαστεί με την αλλεργία του και έτσι η χώρα γεμίζει
πράσινο, δίνοντας ομορφιά στις ζωές των κατοίκων.
Βασιλιάς, Βασίλισσα, Βασιλοπούλα,
Γιατροί, Τελάληδες, Στρατιώτες,
Υπήκοοι
Μάγειροι,
Βοηθός μάγειρα, Υπηρέτες
Γκρίζο τοπίο με προτζέκτορα
(Στην
αίθουσα του θρόνου, βρίσκονται ο βασιλιάς και οι γιατροί και γύρω σωροί από
χαρτομάντηλα)
Βγάλτε απόφαση αμέσως! Τι να κάνω να
περάσει
με το ναι και με το ίσως υστερία μ’έχει
πιάσει.
Πώς τη λένε την αρρώστια; Τι κοιτάτε τα
βιβλία;
πάλι φτέρνισμα με πιάνει, δεν υπάρχει
σωτηρία;
Ξεροβήχουν αμήχανοι, (σε χορωδία)
Εξοχώτατε: Χμ! Χμ! Χμ! Έχετε ΧΟΡΤΟΑΛΕΡΓΙΑ!!!!!
(Οι γιατροί φεύγουν, κάνοντας
υποκλίσεις)
Ένας υπηρέτης μπαίνει
και φέρνει στον βασιλιά
μια πένα και ένα χαρτί
Καταντά ταλαιπωρία!!!
Αψού-αψού-αψού!
(Καθισμένος στο θρόνο του γράφει
και μεγαλόφωνα
διαβάζει τη διαταγή)
Αψουυυυ! Σ’όλο το βασίλειο μου, ως την
πιο μικρή γωνιά
όπου κήπος και χωράφι, κάμπο, δάση ή πλαγιά
δέντρα πια δε θα υπάρχουν, όλα θα
ξεριζωθούνε
τα λουλούδια θα κοπούνε τα χορτάρια θα
καούνε.
Τούτη
την απόφαση μου, όποιος τύχει κι αψηφήσει
το κεφάλι του θα χάσει, ήλιο δε θ’ αντικρύσει.
(Σηκώνεται από το θρόνο, δίνει σε έναν
υπηρέτη τη διαταγή που έχει γράψει και φεύγει από τη σκηνή)
Μπαίνουν οι τελάληδες . Καθ’ ένας λέει
το ρόλο του.
Τρέχουν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, διαλαλούν.
Ακούσατε, ακούσατε σ’όλη την πολιτεία
ο βασιλιάς μας ασθενεί, με ασθένεια σπανία.
Το πράσινο
ευθύνεται, αυτό είναι η αιτία
Ολημερίς φτερνίζεται έχει: χορταλεργία.
Ακούσατε, ακούσατε! Διαταγή υπάρχει
Κάθε φυτό να αφανιστεί, χορτάρι, βλίτο, στάχυ.
Οι σπόροι θα κατασχεθούν, οι ρίζες , τα ραδίκια
και οι αυλές θα στρώνονται με πέτρες και χαλίκια.
(Οι τελάληδες φεύγουν από τη σκηνή)
Μπαίνει η βασίλισσα κρατώντας ένα
κοριτσάκι μωρό
μαζί με τρεις κυρίες των τιμών.
μου έρχεται κάτι σαν ζάλη
το μικρό μου το αγγελούδι
Τα πουλιά θα ξεστρατίσουν
δε θα ' ρθουν να το κοιμίσουν.
πώς θα φτιάξει το παιδάκι;
Δέντρο για να δέσει κούνια;
Το άρωμα απ΄ τα ζουμπούλια
η νυχτιά δε θα του φέρει.
θα πετάξουν σ’ άλλα μέρη.
για να πλέκει βραχιολάκια.
(Μπαίνουν στρατιώτες με βηματισμό,
τραγουδούν κάνοντας κινήσεις
γυμναστικής)
Άδεντρη να μείνει η πλάση
(Φεύγουν από τη σκηνή συντεταγμένοι)
(Μπαίνουν οι υπήκοοι κουρελιασμένοι και λυπημένοι στη
σκηνή. Περιφέρονται μιλάνε και τραγουδούν).
Μες στην άχαρη ζωή μας είχαμε παρηγοριά
τα λουλούδι τα ανθισμένα, τη φωνή απ’τα πουλιά.
Το
χωράφι το οργωμένο, έδινε χρυσό καρπό.
Τώρα μένει ερημωμένο, το ψωμί πια λιγοστό.
Τα
μελίσσια πήραν δρόμο, γύρη δεν υπάρχει στάλα
τα παιδιά ούτε κλαράκι δεν
πηγαίνουν στη δασκάλα.
Οι γεωργοί που τα παιδιά τους
να χορτάσουν
δε μπορούν
Καταντήσανε ζητιάνοι
και τον βασιλιά μισούν.
Τραγούδι
(πάνω στο ρυθμό της
Φραγκοσυριανής, χορεύουν χασάπικο)
Δίχως πράσινο μια στάλα που ομορφαίνει τη ζωή
κάθε μέρα είναι μαύρη, χωρίς χρώματα,
πικρή. (δις)
Μήτε
ο ήλιος δεν αντέχει να περνάει από δω
μόνο
σύννεφα μαυρίλα, καταχνιά στον ουρανό. (δις)
Του μονάρχη η αλλεργία, δίχως λόγο κι αφορμή.
Το χαμόγελο έχει
σβήσει, κι όλους μας ταλαιπωρεί. (δις)
Βασιλιάς και βασίλισσα χαρούμενοι
κρατούν αγκαλιά μια κούκλα (μωρό)
Έπιασε η θεραπεία, νίκησα την αλλεργία.
Η χαρά μου είναι τόση που η κόρη μου
έχει δώσει.
Φτέρνισμα πια δε με πιάνει, η αρρώστια μου έχει γιάνει!
Φεύγουν ο βασιλιάς και η βασίλισσα.
Η μικρή βασιλοπούλα, μέρα, μέρα
μεγαλώνει.
Ούτε ρόδο έχει μυρίσει, ούτε άκουσε
αηδόνι.
Τριγυρίζει λυπημένη, μες τις αδειανές αυλές.
Ήλιο της ποτέ δε βλέπει , μόνο γλάστρες
αδειανές.
Φεύγουν, μπαίνει η βασιλοπούλα (που έχει
γίνει μια όμορφη νέα κοπέλα), φοράει ένα στεφάνι από ψεύτικα λουλούδια στα
μαλλιά και στον ώμο της έχει ένα ψεύτικο πουλί,
(ή κάποιοι ντυμένοι πουλιά,
λουλούδια, στέκονται ακίνητοι γύρω της, ανεβασμένοι μέσα σε γλάστρες).
Παίζει με μια μπάλα.
τσιμεντένια, μοιάζουν ίδια.
Τέσσερα κοριτσάκια κρατάνε δυο
βιβλία
με εικόνες λουλουδιών και δέντρων
Πω! Πω! Δέντρα! Και δάση!
πλαγιές, κάμποι, ελαιώνες.
την ατμόσφαιρα ευωδιάζουν.
Η μπάλα της βασιλοπούλας, κυλάει πίσω
από ένα βραχάκι –γλάστρα, όπου μισοκοιμάται ο βοηθός του μάγειρα που έχει στο
αυτί του ένα λουλούδι φασολιάς.
(Σταματάει ξαφνιασμένη
και σκύβει πάνω
από το κοιμισμένο αγόρι)
Τι είναι τούτο, που μυρίζει
Χρυσαφένιο δε μου μοιάζει
με κλωστές μικρές στην άκρη
Το αγόρι ξυπνά και τρομαγμένο φεύγει
τρέχοντας κρύβοντας το λουλούδι μέσα στο πουκάμισο του
Η βασιλοπούλα, ωχρή αναστενάζει
λυπημένα.
Δίπλα της υπάρχουν κουτιά με δώρα και παιχνίδια.
Θέλω να μου φέρετε το ομορφότερο πράγμα
στον κόσμο
Μπαίνουν οι μάγειροι και οι μαγείρισσες.
Το κορίτσι με το νου του στο πανέμορφο
λουλούδι
έχασε χαρά και κέφι, για φαΐ, χορό, τραγούδι.
τα παιχνίδια και τα δώρα, τα ακριβά
βασιλικά
αδιάφορη κοιτάζει με σφιγμένη την
καρδιά.
Με την όρεξη κομμένη γρήγορα θα
αρρωστήσει
στο κρεβάτι ξαπλωμένη ούτε θέλει να
μιλήσει.
Οι γονείς της τη ρωτάνε να τους πει τι
πεθυμάει.
Τους κοιτάζει βουρκωμένη, μόνη της
παραμιλάει.
Το πιο όμορφο ζητάει, μα δεν ξέρει να το
πει.
Σαν γεννήθηκε λουλούδι, ούτε χόρτο είχε
δει.
Στους γονείς της που με πόνο την
κοιτάζουν ταραγμένοι
Ολοένα γι αυτό λέει κι αυτοί στέκουν σαστισμένοι.
Φέρτε μου μόνο εκείνο που έχει κρύψει ο
παραγιός
μέσα στο πουκάμισο του, να μου φύγει ο
καημός.
Φεύγουν οι μάγειρες και η βασιλοπούλα μένει
ξαπλωμένη στη σκηνή.
Ο βασιλιάς στο θρόνο διατάζει τον
υπηρέτη του.
Πείτε
να έλθει εδώ αμέσως
Ο υπηρέτης ή δυο υπηρέτες φέρνουν τον
παραγιό που φοβισμένος γονατίζει μπροστά στο βασιλιά.
Τι είναι αυτό που έχεις κρυμμένο
μες στον κόρφο φυλαγμένο;
άμα θες κι άλλο να ζήσεις.
Βασιλιά μου πώς πιστεύεις πως ο άμοιρος
εγώ
μπορώ τάχα να κρατάω έναν σπάνιο θησαυρό;
Ο Βασιλιάς τον διώχνει απότομα και μένει
συλλογισμένος.
Η Βασιλοπούλα ξαπλωμένη με τη βασίλισσα
και τον βασιλιά δίπλα της. Γιατροί μπαίνουν στη σκηνή πλησιάζουν τη βασιλοπούλα
και λένε καθένας ξεχωριστά και σαν χορωδία.
Δυστυχώς η επιστήμη λύση δε μπορεί να δώσει
την αρρώστια της ψυχής της δε μπορεί να
ξεριζώσει.
Σπάνια είναι η νόσος, δύσκολη η ίαση της
η βασιλοπούλα πρέπει να ανοίξει την ψυχή της.
Βοηθός του μάγειρα (σε μια γωνιά της
σκηνής)
Ο βοηθός του μάγειρα σηκώνεται και βιαστικός γονατίζει μπροστά στο βασιλιά που αμέσως
αρχίζει να φτερνίζεται.
Βασιλιά
μου τώρα αμέσως την αλήθεια θα σου πω
Το
κορίτσι δεν αντέχω να χαθεί απ’τον καημό.
(βγάζει
από τον κόρφο του το λουλούδι)
Το
μικρό τούτο λουλούδι, της φτωχής της φασολιάς
είδε
η κόρη σου στη τύχη κι από τότε μη ρωτάς.
Από
όσα ως τα τώρα, μες την χώρα σου έχει δει
το
ομορφότερο φαντάζει κι η καρδιά της το ποθεί.
Αψού!
Αψού! Τιιιιι; Πάρ΄το ! Πάρ΄το
Ξουτ!
Ξουτ! Ξουτ! καταραμένο.
Κύλησε
ένα σποράκι φύτρωσε μια φασολιά
κι
ήταν τόσο ομορφούλα, που δε μου ΄κανε καρδιά
μόνος
να την ξεριζώσω, τους χυμούς της να φιμώσω
δυο
κουβάδες με νεράκι, λίγο χώμα στη γωνιά
έγινε
μικρό δεντράκι έβγαλ’ άνθη στα κλαδιά.
Στη
κρεμάλα θα σε στείλω……..
(Η βασιλοπούλα σηκώνεται και παίρνει το λουλουδάκι της
φασολιάς - Μιλάει στον βοηθό)
Σ’
ευχαριστώ από καρδιάς για την αυτοθυσία
Με
τη γενναία πράξη σου βρήκα την ευτυχία.
(Ο
Βασιλιάς χαμογελαστός φτερνίζεται και διατάζει)
Ας σκεφτώ και τον λαό μου,
Πράσινο
βάλτε για ομορφιά!
Όλοι
στη σκηνή χορεύουν τραγουδώντας.
(Πάνω
στη μουσική "Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες")
Η
φύση απλόχερα μας θρέφει σε όλους δίνει τη χαρά
θα
τη χαρίσουμε σαν προίκα εμείς στην άλλη
τη γενιά.
Όταν
η πλάση λουλουδιάζει Άνοιξη έρχεται ξανά
Ο
νιός την κόρη αγκαλιάζει, ρόδα γεμίζει η γειτονιά.
Τα
χέρια δώστε αδελφωμένοι, η μάνα γη να αναστηθεί
Κάθε
χωράφι να καρπίσει γλυκό ψωμί για να
ψηθεί.
Η
φύση απλόχερα……..
Τέλος.